Δομείται μια επίπλαστη πραγματικότητα την ώρα
που πολλοί αρχίζουν να νιώθουν (ξανά) την
ελεύθερη πτώση: δεν ξοδεύουμε για εστιατόρια
τόσα πολλά πλέον (σημ: η εστίαση είναι κάτι σαν
την οικοδομή στην οικονομία) και δεν ψωνίζουμε
ρούχα όπως παλιά: ολοένα και περισσότεροι
απωθούν επιθυμίες και πολυτέλειες. Και γι’ αυτό
φυσικά κλείνουν πολλά μαγαζιά. Οι ανελαστικές
δαπάνες (τιμολόγια ρεύματος, δίδακτρα και έξοδα
παιδιών, δόσεις οφειλών, κ.α.) δεν μπορούν να
αναστέλλονται για καιρό.
Όσο εξωγενείς και αν
είναι οι αιτίες του
πληθωρισμού, όσο και αν
είναι παγκόσμιο
φαινόμενο, δεν ακυρώνει
το γεγονός ότι παράλληλα
συντελείται εκκαθάριση
στην αγορά. Και ότι κάθε
ένας που στήνει
λογιστήριο στο μυαλό του
για τα κοντινά έξοδα που
δεν αναβάλλονται, απωθεί
τις μακροπρόθεσμες
υποχρεώσεις και δαπάνες.
Η πλειονότητα της
κοινωνίας κατασκευάζει
νοητικά ένα τεράστιο
ισοζύγιο εγγραφών
(mental accounting) με
κονδύλια ενεργητικού-
παθητικού, εσόδων-εξόδων,
μειωμένου κέρδους-
αυξημένων ζημιών.
Πιεσμένοι γονείς και μια
ανασφαλής νεολαία, που
βλέπει στενά περιθώρια
ανέλιξης σε πόστα και
εισοδήματα, συνθέτουν το
κοινωνικό φόντο παρόντος
και μέλλοντος.
Η αναμενόμενη έλευση
πολλών τουριστών και η
άνοδος της ψυχολογίας,
λόγω άνοιξης και
καλοκαιριού, θα γεμίσουν
μεν τα ταμεία πολλών
νοικοκυριών και
επιχειρήσεων αλλά το
ρευστό που θα μείνει, θα
το ξέρουμε αν επαρκεί
για αυξημένη κατανάλωση
περί το φθινόπωρο.
Διαρθρώνεται όμως
υπόκωφα - και αυτό είναι
ένα φαινόμενο ιδιαίτερα
ανησυχητικό- μια
κοινωνία πολλαπλών
ανισοτήτων. Είναι
δεδομένο οτι οι αυξήσεις
δεν βλάπτουν το ίδιο
τους πάντες: κάποιοι
έχουν αποθέματα και
υψηλά εισοδήματα για να
πληρώνουν όσα ξοδεύουν.
Άλλωστε η εξουσία
επικαλείται συχνά την
δεδομένη αύξηση των
καταθέσεων. Αλλά το
ποιοί είναι αυτοί που
αποταμιεύουν, ποιά τα
ποσά που παρκάρονται και
η προέλευση τους, είναι
παράμετροι που δεν
αναλύονται σκοπίμως από
εφημερίδες και μέσα
ενημέρωσης. Ανέκαθεν η
συστημική οικονομική
ανάλυση απέφευγε τα
ταξικά πρόσημα στην
συγκέντρωση του
κεφαλαίου.
Συγκροτείται πλέον ένα
υπόγειο ρεύμα συνάντησης
του κοινού άγχους- για
τους
περισσότερους-δεδομένης
της ακρίβειας που δεν
πρόκειται να υποχωρήσει
τουλάχιστον μέχρι τις
αρχές του 2023 (με βάση
τις διεθνείς αναλύσεις).
Η αισιοδοξία για την
ονομαστική ανάπτυξη, με
τα δις της ΕΕ, που δεν
θα έχουν άμεσα
αποτελέσματα διάχυσης
και καθολικής ωφέλειας,
δεν επαρκεί για να
πληρώσει ο κόσμος τους
ακριβούς λογαριασμούς. Η
ελπίδα δεν μπορεί από
μόνη της να μαζέψει τα
ευρώ για τις πληρωμές
στο τέλος του μήνα. Και
αυτό είναι μια
πραγματικότητα. Και όχι
μιζέρια όπως ανεύθυνα
επικαλούνται κάποιοι.
Η αγορά μπορεί να
χρειάζεται ψυχολογία και
θετικά μακροοικονομικά
δεδομένα, όπως και
αισιόδοξες προβλέψεις,
όμως η μικροοικονομική
καθημερινότητα των
εξόδων και των μειωμένων
εισοδημάτων είναι η νέα
κανονικότητα. Που μάλλον
θα συμπληρωθεί από ένα
νέο πλαίσιο σφιχτής
οικονομικής πολιτικής.
Οι λόγοι; Δόθηκαν (αναγκαστικά
και ορθώς) πολλά δις σε
παροχές, άρχισε η άνοδος
στα επιτόκια δανεισμού
και φυσικά εξακολουθούμε
να είμαστε υπό εποπτεία
και δεσμευτικούς
δημοσιονομικούς στόχους
δεδομένου του διπλάσιου,
από το παραγόμενο προϊόν,
εθνικού χρέους.
Κάποιοι όμως λένε ότι η
χώρα θα πέσει στα βράχια
αν μειωθεί ο ΦΠΑ σε
μερικά αγαθά ή ο ειδικός
φόρος κατανάλωσης στα
καύσιμα. Και ότι θα
ζοριστούν οι
επιχειρήσεις αν αυξηθούν
οι μισθοί. Επιμένουν στο
να ακολουθούν ένα
εγχειρίδιο χρήσης μιας
δήθεν κανονικής
οικονομίας, όπου δεν
πρέπει να κινδυνεύσει με
δημοσιονομικό
εκτροχιασμό διότι
προέχει η ανέλιξη σε
υψηλότερη επενδυτική
βαθμίδα (για να
προσελκύσουμε ξανά
δανειστές στα ομόλογα
και επενδυτές στην
οικονομία). Για τους
πρώτους δεν αμφιβάλλει
κανείς. Για τους
δεύτερους πρέπει μάλλον
να κρατάμε μικρό καλάθι.
Και να μην ξεχνάμε ότι η
χώρα αυτή προέρχεται από
δεκαετή λιτότητα και
εσωτερική υποτίμηση. Και
ότι εκτός από μεγάλους
επιχειρηματίες και
υψηλόβαθμα καλοπληρωμένα
στελέχη, κατοικούν και
μισθωτοί, μικρομεσαίοι
επαγγελματίες,
μεροκαματιάρηδες και
άνεργοι επιστήμονες.
Όλοι αυτοί δηλαδή που
συνέχεια για ανάπτυξη,
ξένες επενδύσεις και
δουλειές ακούνε αλλά
μόνο εξαγορές βλέπουνε,
χρόνια τώρα…